Παραθέτουμε ένα μικρό αφιέρωμα στο πολυτεχνείο, ανάμεσα στα πολλά που θα πλαισιώσουν τη σημερινή μέρα των μεγάλων λόγων και των ολίγιστων έργων.
Το πολυτεχνείο σε αριθμούς
Χρονική διάρκεια
Κατάληψη πολυτεχνείου: 56 ώρες ελευθερίας (19:00 της 14/11/1973 με 03:00 της 17/11/1973)
Διαδηλωτές
5.000 μέσα στο πολυτεχνείο: (20:00 της 16/11/1973), 10.000 στην άμεση περίμετρο του πολυτεχνείου, 100.000 σε διάσπαρτες διαδηλώσεις στο κέντρο της Αθήνας, στον άξονα Πατησίων (με διακλάδωση στην Αλεξάνδρας) – Χαυτεία – Σταδίου και στις παράλληλες οδούς.
Συλλήψεις
Συνολικά, στη διάρκεια των συγκρούσεων και της καταστολής (16-21/11/1973): 2.000 συλλήψεις. Ειδικότερα μέσα και γύρω από το πολυτεχνείο μετά την εισβολή (17/11/1973): 866 συλλήψεις (716 άντρες και 150 γυναίκες): 475 εργάτες και οικοδόμοι, 49 φοιτητές του πολυτεχνείου, 268 φοιτητές άλλων σχολών, 74 μαθητές και μαθήτριες γυμνασίου.
Θύματα
Συνολικά: 24 φόνοι και 128 απόπειρες ανθρωποκτονίας πολιτών (126 άντρες και 26 γυναίκες), 1.103 τραυματισμοί πολιτών (που νοσηλεύτηκαν σε νοσοκομεία), 61 τραυματισμοί αστυνομικών (από τους οποίους οι 25 νοσηλεύτηκαν σε νοσοκομεία).
Από τα σώματα ασφαλείας (αστυνομία -χωροφυλακή): 13 φόνοι και 83 απόπειρες ανθρωποκτονίας πολιτών (81 άντρες και 15 γυναίκες), 750 τραυματισμοί πολιτών.
Από τον στρατό: 11 φόνοι και 45 απόπειρες ανθρωποκτονίας πολιτών (45 άντρες και 11 γυναίκες), 350 τραυματισμοί πολιτών.
Πυρομαχικά
24.000 φυσίγγια ρίχτηκαν από τους αστυνομικούς της Αστυνομικής Διεύθυνσης Αθηνών, 2.192 φυσίγγια ρίχτηκαν από την φρουρά του υπουργείου Δημοσίας Τάξεως, 324.000 φυσίγγια ρίχτηκαν από τους στρατιωτικούς (πεζοναύτες, καταδρομείς, άρματα μάχης Κ.Ε.Τ./Θ, 28ο Σύνταγμα Πεζικού).
(πηγή: Ταχυδρόμος, 15/11/2003 – τεύχος 194).
Χρονικό
Τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα κινδυνεύουν πάντοτε από την ενσωμάτωση, τη μουσειοποίηση και την μετατροπή τους σε γραφικό παρακολούθημα, κάτι που για το Πολυτεχνείο –δυστυχώς- έχει συντελεστεί προ πολλού.
Πολλά έχουν γραφεί και θα γραφούν και φέτος, ειδικά τώρα που ο καθεστωτικός μονόλογος τυφλώνει τα μάτια των φοβισμένων ανθρώπων. Τα πασίδηλα έγιναν συγκεχυμένα, η επίκληση της εξέγερσης έγινε θεμέλιο που πάνω του χτίστηκαν καριέρες, το μετέτρεψαν σε μάθημα και γιορτή στα σχολεία, το έκαναν ψωμοτύρι στο στόμα τους όχι μόνο οι μη εξεγερμένοι, αλλά και οι προσκυνημένοι και οι κήρυκες της υποταγής. Ωστόσο, το μήνυμα υπάρχει πεταμένο σε μια γωνιά της Ιστορίας, γιατί τα μεγάλα γεγονότα του Νοέμβρη του 1973 δεν κατασκευάστηκαν, αλλά συνέβησαν.
Όχι από «350 περίπου οργανωμένους πράκτορες του Ρουφογάλη και με εντολές του Παπαδόπουλου και της CIA» όπως υποστήριζαν τότε κάποιοι, χωρίς μέχρι σήμερα να έχουν ζητήσει συγνώμη από τον ελληνικό λαό. Κι αν η πρώτη μέρα της κατάληψης ήταν κύρια φοιτητική-σπουδαστική, τις επόμενες δύο μέρες το κατέβασμα πλήθους λαού στους δρόμους ξεπερνάει κάθε πρόβλεψη και φαντασία. Εκείνες τις μέρες ο φόβος είχε ξεχαστεί, από παιδιά μέχρι τους μεγάλους. Κανείς δεν υπολόγιζε τις οργανωμένες δυνάμεις της κρατικής βίας. Σ’ αυτό τον αγώνα δεν υπήρχαν κόμματα και παρατάξεις, υπήρχε ένας λαός που αγωνίστηκε παρ’ όλες τις διαφορές στις απόψεις. Κανένα κόμμα δεν μπορεί να διεκδικήσει την καθοδήγησή του γιατί ο αγώνας ήταν αυτόνομος τόσο στα συνθήματα όσο και στις πράξεις (καταστροφές τραπεζών, επιθέσεις σε δημόσια κτίρια κλπ.). Ήταν ο αγώνας ενός λαού που αψηφά την τυραννία και ζητά τη κοινωνική του απελευθέρωση. Το εκπληκτικό είναι ότι ενώ κοινή ομολογία όλων είναι το απαραταξιακό του αγώνα, όλοι προσπαθούν να τον εκμεταλλευτούν! Το ότι δεν ελεγχόταν από τις παρατάξεις -από τα συνθήματα μέχρι και τις συγκρούσεις- ήταν κάτι που δεν το ανέχτηκαν. Γι’ αυτό και έριξαν τόση λάσπη που μ’ αυτή θα μπορούσες να ξαναχτίσεις την Ελλάδα από την αρχή. Οι συγκρούσεις με την αστυνομία δείχνουν τον ανατρεπτικό χαρακτήρα της εξέγερσης. Οι καταλήψεις των δημόσιων κτιρίων, οι επιθέσεις σε τράπεζες και στην αστυνομία πόλεων δεν ήταν έργα προβοκατόρων. Όσες προσπάθειες κι αν έγιναν να παρουσιαστεί σαν έργο ορισμένων φοιτητικών παρατάξεων ή κομμάτων ή σκέτα των φοιτητών (των «παιδιών»), όσο κι αν προσπάθησαν να σβήσουν από τους τοίχους τα συνθήματα που δεν συμφωνούσαν με τις παρατάξεις τους, η αλήθεια ξεπηδάει από τη συνέντευξη των φοιτητών στον ανταποκριτή του σταθμού της Κολωνίας: όπου δηλώνουν ότι υπάρχουν όλες οι ιδεολογικές απόψεις από συντηρητικούς μέχρι και αναρχικούς. Είναι ένα ακόμα αποκαλυπτικό στοιχείο για τον ακομματικό-πολιτικό και αυθόρμητο χαρακτήρα μέσα στο κτίριο.
Κιτρινισμένες φωτογραφίες στα συρτάρια
Η μαζική συμμετοχή του κόσμου στις διαδηλώσεις της Παρασκευής και του Σαββάτου 16 και 17 Νοέμβρη του 1973 (300.000 περίπου), οι συγκρούσεις με την αστυνομία και τα τανκς είναι κάτι που δύσκολα συναντά κανείς στην Ελλάδα. Από την Πέμπτη και μετά τα γεγονότα δεν μπορούν να θεωρηθούν καν σαν φοιτητικά. Το κατέβασμα πλήθους κόσμου στους δρόμους, η συμμετοχή των εργατών και των οικοδόμων, τα μηνύματα συμπαράστασης από διάφορους χώρους, η πλατιά υποστήριξη του κόσμου στους αγωνιζόμενους, το ότι χτυπούσαν ασταμάτητα οι καμπάνες στις εκκλησίες των συνοικιών… Κι ακόμα, ο ερχομός των αγροτών από τα Μέγαρα όπου γινόταν αγώνας ενάντια στις απαλλοτριώσεις της γης τους από τη χούντα, οι εργατικές συνελεύσεις, δείχνουν ότι η κινητοποίηση αγκάλιαζε όλο τον λαό. Ό,τι γινόταν, γινόταν με την ενεργητική συμμετοχή του. Επίσης, τα πολλά συνθήματα με τις διάφορες αποχρώσεις από το «κάτω η χούντα» μέχρι και τα «επανάσταση λαέ», «απόψε θα γίνει Ταϊλάνδη», αλλά και τα… τεχνηέντως θαμμένα «λαοκρατία», «κάτω το κράτος», «κάτω το κεφάλαιο», «κάτω η εξουσία» είναι ενδεικτικά και κανένας κομματικός ή πολιτικός παράγοντας και πολιτικάντης δεν μπορεί να καρπωθεί ανερυθρίαστα το γεγονός. Γιατί μ’ αυτά τα συνθήματα το απόγευμα της Τετάρτης 14 Νοέμβρη ο κόσμος πήρε θάρρος, και σαν μια συμπαγής μάζα έπαψε να κυριαρχείται από το φόβο που προσπαθούσαν να του επιβάλουν οι σιδηρόφρακτοι μιλιταριστές. Μ’ αυτά τα συνθήματα φτάσαμε στη μεγαλειώδη εξέγερση, σ’ αυτό το αυθόρμητο ξέσπασμα που κατατρόμαξε την άρχουσα τάξη. Σ’ αυτόν τον αγώνα που δεν αναγνώριζε καμιά γραμμή καθοδήγησης, που ήταν αυθόρμητος κι ανοργάνωτος κι όμως οργανωνόταν επί τόπου για να καλύψει τις ανάγκες του.
Η ορμή του κόσμου και η αντιμετώπιση της βίας των δυνάμεων καταστολής, ήταν κάτι το ασύγκριτο. Έφτανε να υπερφαλαγγίζει τις πάνοπλες φάλαγγες των αστυνομικών, να αψηφά τον θάνατο, ξεπερνούσε κάθε συμβιβασμό και έβαζε τους στόχους του ανυποχώρητου λαϊκού αγώνα μέχρι την τελική νίκη. Δεν είναι λοιπόν ανεξήγητο το γεγονός, γιατί κατάληξε στις μέρες μας το Πολυτεχνείο να γιορτάζεται σαν εθνική εορτή με όλες τις διαστρεβλώσεις που του έγιναν. «Χέρι που δεν μπορείς να το δαγκώσεις, φίλα το», λέει μια παροιμία κι αυτό γίνεται. Προσπαθούν φιλώντας το χέρι να του αλλάξουν το χρώμα και μέχρι ένα σημαντικό βαθμό το πέτυχαν. Και φτάνεις στις μέρες μας να βλέπεις θρήνους και μοιρολόγια για ανθρώπους που διάλεξαν έναν αγώνα όπου το κλάμα μπορεί να προέρχεται μόνο από τα δακρυγόνα. Λουλούδια και πανηγύρια, σουβλάκια και τυρόπιτες, φανταχτερά λόγια και υποχωρήσεις. Αυτά είναι που προσπαθούν να παρουσιάσουν σαν κληρονομιά του Πολυτεχνείου οι συμβιβασμένοι, οι συκοφάντες, οι υποτελείς. Όλοι όσοι μ’ ένα όνομα αποτελούν τους αιωνίους παρατρεχάμενους των οποιονδήποτε –δεν έχει ποτέ σημασία γι’ αυτούς- ισχυρών.
Τι απέγινε η “γενιά του Πολυτεχνείου;
Παραμονές της επετείου εξέγερσης του Πολυτεχνείου πριν από μερικά χρόνια, έρευνα του Παντείου Πανεπιστημίου επικεντρώνεται στην κοινωνική και κυρίως πολιτική εξέλιξη της πιο πολυσυζητημένης γενιάς της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.
Σύμφωνα με την έρευνα του κέντρου πολιτικών ερευνών του Παντείου, μόλις το 28% της “γενιάς του Πολυτεχνείου” έχει σήμερα οργανωμένη δραστηριότητα σε κομματικό φορέα. Τα μέλη της γενιάς αυτής κατά τη διάρκεια της δικτατορίας δήλωναν ανένταχτοι-αριστεροί σε ποσοστό 27,98%, μέλη της ΚΝΕ 27,18%, μέλη του Ρήγα Φεραίου 24,89% και του ΠΑΚ το 8,84%. Σήμερα τοποθετούνται πολιτικά στον Συνασπισμό σε ποσοστό μεγαλύτερο από 40%, περίπου το 7% δηλώνουν ψηφοφόροι του ΚΚΕ, ενώ λιγότεροι από το 25% δηλώνουν ότι ανήκουν στο ΠΑΣΟΚ. Παράλληλα, περίπου 30% δηλώνουν ανένταχτοι στο χώρο της αριστεράς.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο, στη πλειοψηφία τους όσοι ανήκουν στη “γενιά του Πολυτεχνείου” δεν επιδίωξαν εμπλοκή σε κομματικούς μηχανισμούς.
Πάντως, κυβερνητική θέση έχει καταλάβει το 4,51%, κορυφαίο στέλεχος δημόσιου οργανισμού έχει διατελέσει το 4,16%, στα έδρανα της Βουλής βρέθηκε μόλις το 2,26%, σε κορυφαίες θέσεις της τοπικής αυτοδιοίκησης το 2,5% νομαρχιακοί και δημοτικοί σύμβουλοι σε ποσοστό 11,46%, κομματικά στελέχη σε ποσοστό 21,26 %.
Η γενιά αυτή προερχόταν από πολιτικοποιημένο οικογενειακό περιβάλλον. Οι περισσότεροι από τους γονείς τους ανήκαν στο χώρο της κεντροαριστεράς σε ποσοστό που αγγίζει το 85%. Τα μέλη της γενιάς αυτής δεν εμφανίζονται στα ΜΜΕ και οι περισσότεροι από τους μισούς δεν έχουν καμία οργανωμένη δραστηριότητα ούτε καν σε συνδικαλιστικό φορέα.
Επίμετρο
Το Πολυτεχνείο στέκει εκεί ατόφιο και περιμένει την επικαιροποίησή του και όχι τα μνημόσυνα. Αλλιώς, δεν έχει κανένα νόημα η αναφορά σ’ αυτό, εκτός βέβαια από τη σπέκουλα και την αναζήτηση άλλοθι για μια πολιτική ή μια ζωή αντίθετη απ’ αυτό το μήνυμα που είναι η εξέγερση και η –έμπρακτη κι όχι στα λόγια- αντίσταση σε καταπιεστικά καθεστώτα. Με πρόταξη του συλλογικού έναντι του ατομικού, με αποκοτιά κι αυτοθυσία. Και βέβαια, αυτό το μήνυμα δεν θα το επικαιροποιήσουν τα στεφάνια, οι καθιερωμένοι περίπατοι-πασατέμπο, οι (στομφώδεις και μη) δηλώσεις, αλλά οι αγώνες του σήμερα.
Πώς θ’ απαντήσει η εγκλωβισμένη και παθητικοποιημένη κοινωνία στις καταστρεπτικές συνέπειες του εφησυχασμού της; Αυτό είναι το μόνο απλό ερώτημα που επικαιροποιεί το μήνυμα του Πολυτεχνείου και περιμένει μιαν απάντηση που δεν έχει δοθεί ακόμη. Κι η μεγαλύτερη τιμή για το Πολυτεχνείο συνίσταται στη δέσμευση να δοθούν οι πρέπουσες απαντήσεις.
(πηγή: συρραφή δημοσιευμάτων)