Αδελφοί
Εύρηκα! Γράφουμε έκθεση με θέμα –ανάθεμα!- «πώς πέρασα τις εκλογές μου»; Κι επειδή αρέσκομαι λειτουργών υποδειγματικά (όπως ο τεθνεών σαν σήμερα Αλέξανδρος, σαν αύριο, σαν όποτε πέφτει Κυριακή εντός φεστιβάλ βιβλίου, μετατοπισθέντος δι’ αυτό το λόγο), κάνω την αρχή:
Τι ωραιότερο –εξαιρουμένου του κοινωνικού ραπίσματος προς σύμπαν το πολιτικό (πωλητικό) σύστημα- του να απολαμβάνεις χαλλλαρά ένα «φραπέ Θεσσαλλλλονίκης» (original trade mark, like κουλούρι Θεσσαλονίκης, πατσάς και μπουγάτσα της, άλλωστε η ίδια η πόλη από μπουγάτσα πολιτισμών μετατρέπεται εις μπουγάτσα με φασίζοντες). Κι ακόμα καλύτερα όταν φτάνουν ευρωεκλογές κι ετοιμάζεις το «τσουτσούνι στις εφτά Ιούνη», τουτέστιν το αλιευτικό δόλωμα, αναφερθέν εις προτέρα επιστολή. Ξαφνικά λοιπόν, βλέπω να με πλησιάζει κλυδωνιζόμενη δίκην σεισοπυγίδος (σουσουράδας, σείω + πυγή, κουνώ τον κώλο μου δηλαδή) απειλητικά μια τσούλα -καλή κοπέλα, αξιέραστος κι ευειδέστατη κατά την αισθητική των σούργελων του χώρου που καταφανώς εκπροσωπούσε- τείνουσα το πάλλευκο, αλαβάστρινο ξερό της που δεν γνώρισε βαρβαρότητα χλωρίνης ή τηγανόλαδου-βαλβολίνης, φέροντας απαστράπτον φυλλάδιο (πόσο να έκανε;) υποκάτω της κάτω γνάθου μου. Ήτο εμφανές: πήγαινε γυρεύοντας… λούσιμο, όπερ δεν ηρνήθην, ευσχήμως βέβαια και καθ’ υπαγόρευση της ελληνικής παιδείας στην οποία δια βίου μετέχω. «Τέλος πάντων, αρκεί να ψηφίσετε» ύψωσε φωνή, τονίζοντας αυστηρά –καταργήθηκε κι η βαρεία- τις λέξεις, δίκην ανιάτως εθισμένης στην τρομοκρατία δημοδιδασκάλισσας-φοβήτρου της μαθητιώσας ποίμνης Βυτίνης, Στεμνίτσης, Δημητσάνης και σύμπασας της περί το Μαίναλο ορεινής Αρκαδίας του μεσοπολέμου.
Αλί! Οι φόβοι της καλλιπύγου νεανίδος –ήτις απεμακρύνθη κινουμένη ως ο «Σκοπελίτης» με οχτώ μποφόρ πλησίον Καταπόλων- επαληθεύθηκαν. Όχι παρ’ εμού, αποτελούντος έσχατη οπή του ζουρνά, αλλά παρά των διαρκώς μετατοπιζόντων οπές ζωνών συμπατριωτών. Ομιλών δια φόβους, δεν αναφέρομαι στους παντοιοτρόπως απωθούμενούς της απέναντι στο σάβανο-διάδοχο των Armani, άτινα ντύνουν τη γύμνια του τρυφερού πλην ανίδεου κορμιού της. Μιλώ περί αποχής, φόβο που ένας στους δυο έκανε από εφιάλτη πραγματικότητα.
Η απόχη της αποχής απηχεί άρνηση. Κι αυτό το μήνυμα δεν είναι sms ούτε mail, αλλά μήνυμα καπνού. Οσονούπω θα ξαναδείτε τις πηγαίες φωτιές του, γιατί δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά. Θα στοιχειώσει στοιχειωδώς τα στοιχεία του αστοιχείωτου πολιτισμού, των κούφιων ιδεών και κενοτομιών που παρουσιάζει ως δήθεν καινοτομίες. Κενά δαιμόνια εισάγετε, κενές διαθήκες υπογράφετε, αλλά σας πήραν χαμπάρι…