Αδελφοί
Ιδού λοιπόν ο Φασουλής μετά το δυο χιλιάδες
κοιτά ζερβά, κοιτά δεξιά, κάνει πως καμαρώνει
μα στον καθρέφτη μοναχός τη μούρη του μουντζώνει
αιώνια να μοιρολογεί και πάντα σε μπελάδες.
Κοιτάξτε τον! Σαν έντομο εις τον ιστό αράχνης
απ’ έξω βγάζει την ουρά μονίμως και αθρόως!
Αν μη τι άλλο ο Φασουλής την έχει δει αθώος
κάθε που για συνενοχή στην κατρακύλα ψάχνεις.
Απ’ τον Τρικούπη ως εδώ κι ακόμα παραπέρα
ο Φασουλής αποζητά κάποιον «καλό» να άρχει
(μα αφού όπως είναι γνωστό διάολος δεν υπάρχει
ποίος της Ψωροκώσταινας επήρε τον πατέρα;).
Ο λόγος είν’ ευνόητος: έτσι μικρός που νοιώθει
πάντοτε θα αποζητά κάποιον να τα φορτώνει
κι αυτός να βγαίνει στον αφρό, να κατακεραυνώνει.
Στο φόβο και στο βούρδουλα πλήρως εξοικειώθη.
Ιδού λοιπόν ο Φασουλής, ίδιος εις τους αιώνες
αν χρειαστεί βάζει φωτιά, μα γρήγορα γυρίζει
στη βλαβερή συνήθεια τον βίο του π’ ορίζει
πρώτος στη βλαχοξιπασιά, διστακτικός σ’ αγώνες.
Σαν τον πετύχεις μοναχό, σου τα ‘ξηγάει όλα
κι αναφωνείς «ο Φασουλής είναι καλός και ξέρει»
μα κει ‘ναι που καρφώνεσαι σε δίκοπο μαχαίρι
κοντά σ’ αυτόν την τρως κι εσύ, συντρόφι μου τη φόλα…